Τετάρτη 16 Οκτωβρίου 2019

Μουσείο Μικρασιατικού Πολιτισμού Αιγάλεω - Όλα τ’ αφήσαμε και φύγαμε

Εγκαίνια της έκθεσης 20 Οκτωβρίου 2019
Το Μουσείο Μικρασιατικού Πολιτισμού  Αιγάλεω κλείνει τα εννιά χρόνια λειτουργίας του και τα γιορτάζει με την εικαστική έκθεση Όλα τ’ αφήσαμε και φύγαμε των εικαστικών Έλενας Ακύλα και Μάγδας Ταμμάμ.

Στο φιλόξενο χώρο του με τα εκατόν πενήντα αντικείμενα φερμένα από τη Μικρά Ασία μετά τη Μικρασιατική  Καταστροφή, βρίσκουν τη θέση τους τα  σύγχρονα εικαστικά έργα των Έλενα Ακύλα και Μάγδα Ταμμάμ. Τα κεραμικά θραύσματα και οι ζωγραφικές αναπαραστάσεις οικογενειακών φωτογραφιών, ένα ζευγάρι γυναικεία παπούτσια και ένα ζευγάρι ανδρικές μπότες, φτιαγμένα από γιαπωνέζικο χαρτί, καθώς κι ένα τόπι 100 μέτρων υφάσματος από λεπτό, αιγυπτιακό βαμβάκι, της Έλενας Ακύλα και της Μάγδας Ταμμάμ, συνομιλούν με τα εκθέματα του μουσείου, ανασύροντας στην επιφάνεια μνήμες και βιώματα της προσφυγιάς και του ξεριζωμού. Η μικροϊστορία των κατόχων των αντικειμένων και των εικαστικών έργων, ζωντανεύει την ίδια την Ιστορία γεφυρώνοντας την τέχνη με τις κοινωνικές επιστήμες και στήνει έναν ουσιαστικό και επίκαιρο διάλογο. Το Μουσείο Μικρασιατικού Πολιτισμού Αιγάλεω που ήταν παλιό προσφυγικό σπίτι, αγκαλιάζει τα τεκμήρια της ιστορίας και τα αναδεικνύει με τη βοήθεια της σύγχρονης τέχνης και στα  πλαίσια της εξωστρέφειας του μουσείου.
Εγκαίνια: Κυριακή 20 Οκτωβρίου 2019, 18:30 – 21:30

Διάρκεια έκθεσης ως την Κυριακή 10  Νοεμβρίου 2019

Ώρες λειτουργίας: Δευτέρα και Πέμπτη 17:00-19:00

Κυριακή: 10:00-12:00

Είσοδος ελεύθερη


Οι εικαστικοί Έλενα Ακύλα και Μάγδα Ταμμάμ εμπνέονται από τη φράση «Όλα τ’ αφήσαμε και φύγαμε», και στήνουν μια έκθεση που συνομιλεί η προφορική ιστορία, τα τεκμήρια των απλών ανθρώπων, αυτά που ίσως να μην καταγράψει ποτέ η επίσημη Ιστορία, με τα εκθέματα του Μουσείου Μικρασιατικού Πολιτισμού.

 

Τα έργα τους χτίζουν μια γέφυρα στο χτες και στο σήμερα, των ξεριζωμών, των αφανισμών, της προσφυγιάς. Στηρίζονται στα απομεινάρια, σε αυτά που αφήνει κάποιος όταν φεύγει, μα αυτά στέκουν πάντα εκεί να σηματοδοτούν το δρόμο που άφησε. Ή σε αυτά που χάνονται στη διαδρομή, πέφτουν από τις τσέπες, από τα πλοία, χάνονται στο χώμα και στη λάσπη. Κι αν κάποιος σταθεί τυχερός ίσως κάτι καταφέρει να φέρει μαζί του… στο νέο τόπο, στη νέα ζωή, στο πάλι από την αρχή, για να του θυμίζει το τι είχε, το τι άφησε, το τι έχασε. Αυτά τα αντικείμενα φέρουν μνήμες, φέρουν κάτι από τον ιδιοκτήτη τους, κι ακόμα κι αν η αξία τους πολλές φορές μπορεί να είναι μονάχα χρηστική και ευτελής, η συναισθηματική αξία, το δέσιμο, έχει σημασία για αυτόν που τ’ άφησε, για αυτόν που τα έχασε, για αυτόν που ίσως κατάφερε και τα έφερε και τα δώρισε χρόνια μετά σε ένα μουσείο, έτσι που να μας υπενθυμίζεται πάντα η διαδρομή, η φυγή, ο ξεριζωμός, η απώλεια.


Τα έργα της Έλενας Ακύλα και της Μάγδας Ταμμάμ, ανακατεύουν και ανασκαλεύουν τη μνήμη μας, την ατομική, την οικογενειακή και εν τέλει την συλλογική. Θραυσματικές μνήμες, σπαράγματα σκόρπια, βυθισμένα στο χρονοντούλαπο του μυαλού μας, μάς καλούν να τα ανασύρουμε ξανά στο φως και να τους δώσουμε την αξία που έχουν για εμάς αλλά και για την ίδια την επιστήμη της Ιστορίας και της Κοινωνιολογίας. Για να μετουσιωθούν εν τέλει σε Τέχνη. Γιατί όλα αυτά που «κουβαλούν» μαζί τους, μπορούν να σε συντρίψουν με την τραγικότητά τους. Τα έργα των δύο εικαστικών αναπλάθουν ξανά τις μικρές ιστορίες, τους δίνουν μορφή, ανασυνθέτουν την ίδια την Ιστορία. Γιατί τελικά τι είναι αυτό που μένει; Οι μικρές κομματιασμένες αναμνήσεις μας. Αυτές που μας πληγώνουν, αυτές που μας διαμορφώνουν, αυτές που μας κρατάνε ζωντανούς.


«…Λάφυρα του θανάτου μου φαίνονται οι φωτογραφίες, είδωλα και σκιές που υπενθυμίζουν το μερίδιο των ενοχών μας, ιχνηλατούν και ζυγιάζουν το σεβασμό ή την ασέβειά μας. Πιλατεύοντας τη μνήμη, παίζοντας, κερδίζοντας και πάλι χάνοντας δηλώνουν ακινητοποιημένες, τι αμελήσαμε, τι είχαμε, τι χάσαμε. Είδωλα νεκρών τόπων, νεκρών ψυχών. Γδαρμένες μνήμες.[…] Γιατί το παρελθόν, η «πιο απελπισμένη μορφή του Χρόνου», ποτέ δεν καταργείται, μόνο φουσκώνει κύματα-κύματα, για να βγάλει φύκια, σουπιοκόκαλα, σπασμένα ξύλα (κάποτε και ναυαγούς) στις ρουβέρες…»*


Ο επισκέπτης της έκθεσης έχει την αίσθηση πως τα έργα των δύο εικαστικών έχουν βρει την οργανική τους θέση μέσα στο χώρο του μουσείου. Σαν να ανήκαν πάντα εκεί. Σαν ήταν κι αυτά κομμάτι της ιστορίας των Μικρασιατών προσφύγων, αυτών που τα άφησαν όλα κι έφυγαν γιατί δεν είχαν καμία άλλη επιλογή, πέρα από το θάνατο.


Τα κεραμικά θραύσματα και οι ζωγραφικές αναπαραστάσεις φωτογραφιών της οικογένειας Πανταζή του προηγούμενου αιώνα της Έλενας Ακύλα, συνθέτουν διαδρομές, εικονογραφούν ιστορίες, αφηγούνται την ίδια την ιστορία της προσφυγιάς πέρα από χρόνους και εποχές. Δίνουν μια οικουμενική διάσταση στη ίδια την έννοια της καταναγκαστικής φυγής και στην αξία καταγραφής αυτής.


Ένα ζευγάρι γυναικεία παπούτσια και ένα ζευγάρι ανδρικές μπότες, φτιαγμένα από γιαπωνέζικο χαρτί, καθώς κι ένα τόπι 100 μέτρων υφάσματος από λεπτό, αιγυπτιακό βαμβάκι, της Μάγδας Ταμμάμ, αποτυπώνουν την καθημερινότητα, τη θνητότητα, την ίδια την ευθραυστότητα της ύλης και της σάρκας. Η επιλογή των ίδιων των υλικών προσδίδει στα έργα μια ανθρωπολογική σημασία και διάσταση.

Αν υπήρχε σήμερα ένα Μουσείο ή εργαστήριο δειγμάτων**, ίσως θα είχε σημασία όλα αυτά τα έργα να φυλαχτούν ως τεκμήρια μνήμης για τις μελλοντικές γενιές.
«Το εφήμερο δεν είναι το αντίθετο του αιώνιου. Το αντίθετο του αιώνιου είναι το λησμονημένο.»***

Αθηνά Δασκαλάκη
Κοινωνιολόγος


---

Βιβλιογραφία

*Από το βιβλίο του Κουσαθανά Παναγιώτη «Η κουνιστή πολυθρόνα και άλλες ιστορίες», εκδ. Νεφέλη, Αθήνα 1996.

** Από το βιβλίο της Ogawa Yoko, «Ο παράμεσος», εκδ. Άγρα, Αθήνα, 2000.

*** Από το βιβλίο του John Berger, «Από την Άιντα στον Χαβιέρ», εκδ. Πατάκη, Αθήνα, 2013.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου