Ακούστε μας Live





Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2020

"Είχε λιακάδα σήμερα" Γιάννης Φιλιππίδης




Συνέντευξη με τον συγγραφέα κύριο Γιάννη Φιλιππίδη 






ΕΡΩΤΗΣΗ 1: Ποιά ανάγκη σας ήρθε να καλύψει η συγγραφή στη ζωή σας;

Γ.Φ. Είμαι 42 χρόνια ταχυδακτυλογράφος, μετά την πρώτη τετρασέλιδη έκθεση στο σχολείο, η μητέρα μου ακολούθησε τη συμβουλή της δασκάλας, ως παιδί μάλλον είχα ένα περίεργο δείκτη νοημοσύνης, τον οποίο είχε διακρίνει και προέτρεπε την μητέρα μου να με κατευθύνει σε κάτι καλό και δημιουργικό, διαφορετικά υπήρχε η πιθανότητα αυτή η παράδοξη οξύνοια να με προτρέψει προς το κακό, γύρευε πως και τι. Για πολλά χρόνια, υπήρξα δεινός αναγνώστης. Αρνήθηκα ωστόσο την εκμάθηση τυφλού συστήματος, όταν με υποχρέωναν να κάνω κάτι πειθαναγκαστικό, φερόμουν ως ανεπίδεκτος, έτσι εφηύρα το προσωπικό μου τυφλό σύστημα. Έβλεπα τα πλήκτρα να χορεύουν τρελά, σε δυο βδομάδες χωρίς να αντιλαμβάνομαι τι κάνω κι επειδή δεν ήθελα να μάθω αντιγράφοντας κείμενα άλλων από περιοδικά ή βιβλία, το ’κανα για πρώτη φορά, γράφοντας τις δικές μου πρώτες ιστορίες, γύρευε τι είδους κλίση να ’ταν αυτή. 
   Χρόνια μετά, τελειώνοντας το σχολείο, φοίτησα σε δραματική σχολή κι από την πρώτη κιόλας χρονιά, εργαζόμουν για την επιβίωσή μου, μετά από οντισιόν σε μεγάλη αθηναϊκή σκηνή. Αλλά στη Σχολή, είχαμε σπουδάσει Τένεσι Ουίλιαμς, Μίλερ, Έλλιοτ, το πιο ψυχοδραματικό θέατρο. Στις εμπορικές παραστάσεις, έπαιρνα τον μισθό μου, αλλά μέσα μου αισθανόμουν άδειος. Έτσι ξαναβρήκα τα πλήκτρα μιας –ηλεκτρονικής αυτή τη φορά- γραφομηχανής, ενός πληκτρολογίου, εννοώ. Αυτό συνέβη στα 27 μου χρόνια. Από τότε δεν έχω σταματήσει να γράφω. 
   Για ν’ ανακεφαλαιώσω ωστόσο, η γραφή στην ενήλικη πια ζωή μου, με βοήθησε να γίνω ξανά ηθοποιός σε κάθε μυθοπλασμένο ρόλο, σκηνοθέτης, φωτιστής, σκηνογράφος, μουσικός επενδυτής και κυρίως βέβαια, ο συγγραφέας του σεναρίου. Από τότε, το να γράφω, ακόμα και σε περιόδους κατά τις οποίες είμαι εξαφανισμένος από τα κοινωνικά δίκτυα είναι κάτι απόλυτα φυσιολογικό για μένα. Είναι να μη το μάθεις μια φορά, σα το ποδήλατο ή το κολύμπι. Γιατί η συγγραφή, σε κάνει να βλέπεις με υπεραισθησία τους άλλους, γύρω σου. Κι αυτό, εκτονώνεται μονάχα γράφοντας με αφορμή τα όσα ζεις ή ονειρεύεσαι…

EΡΩΤΗΣΗ 2: Από τί εμπνέεστε συνήθως;

Γ.Φ. Από την ίδια τη ζωή, τους ανθρώπους της, από μια λέξη σ’ έναν στίχο ή ένα όμορφο μουσικό θέμα, από μια σκέψη μου ή μια συνάντησή μου τυχαία. Και βέβαια, δεν συνηθίζω ποτέ μου ν’ αντιγράφω χαρακτήρες, απλώς κρατώ μέσα μου νύξεις, ιδέες. Στη δραματική σχολή, έμαθα από τον αείμνηστο δάσκαλό μου, τον τρόπο να κάνω συνειρμούς. Με μια αφορμή, ενεργοποιείται η σκέψη. Κι ένας καινούργιος κόσμος, σχηματίζεται.

ΕΡΩΤΗΣΗ 3: Από το βιογραφικό σας μαθαίνουμε ότι έχετε διαγνωσθεί με μία πάθηση των ματιών-συγγνώμη, δεν θυμάμαι ακριβώς την ορολογία- που επηρεάζει την όρασή σας. Πέρασε απ’ τον νου σας να σταματήσετε την συγγραφή εξαιτίας αυτού, ή, σας έκανε να πεισμώσετε και να είστε πιο παραγωγικός; Τί θα λέγατε σε όλα τα άτομα που αντιμετωπίζουν κάποιο πρόβλημα υγείας και φοβούνται να ακολουθήσουν τα όνειρά τους;

Γ.Φ. Θα τους συμβούλευα, με ατσάλινα κι όχι πήλινα ποδάρια, να σταθούν απέναντι στο μέλλον και τα θέλω τους. Σε μένα –ένα στα 20 χιλιάδες τυχερά, θα πω, παιδιά, άρχισε να εξελίσσεται ένα θέμα που θα χαρακτήριζε, χρόνια μετά την ιδιότητα ενός ανθρώπου, χαμηλής οράσεως. Η νόσος του Stargarndt από την οποία πάσχω, πήρε να εξελίσσεται με το τέλος της συγγραφής των δύο πρώτων μυθιστορημάτων μου, που ’χαν εγκριθεί κιόλας από μεγάλο εκδοτικό οίκο. Το χειρότερο ήταν πως η αρχική διάγνωση, έκρινε λανθασμένα η πρώτη δημόσια επιτροπή καθηγητών, που προέβλεψε ως τύφλωση, το όριο των επόμενων πέντε ετών. Όταν βρήκα τον σωστό θεράποντα καθηγητή κι έκανα τις ακριβείς εξετάσεις, η ψυχή μου φτερούγισε. Κι επειδή στις παθήσεις σαν και την δική μου, η βλάβη προς το παρόν αποκαθίσταται μόνο σε πειραματικό στάδιο, εγώ απολαμβάνω τη ζωή, πολύ πιο επίμονα, αξιοποιώντας μια μεγαλύτερη οθόνη, που δε μου στερεί, ούτε τη δυνατότητα της συγγραφής, ούτε καν αυτό της φανερής μου επικοινωνίας στα κοινωνικά δίκτυα μέσα από οποιοδήποτε μέσο. Η μάχη με τη ζωή, όπου τίποτα δε μας δίνεται με τρόπο δεδομένο, ούτε μας αφαιρείται με τη δική μας βούληση. Κατά την ταπεινή μου κρίση, η ψυχολογία από κλινική γιατρό-καθηγήτρια, θα ήταν αναγκαία. Αυτή θα μας δίδασκε, ανάμεσα σε τόσα πανάχρηστα μαθήματα, πως η ζωή δεν είναι μόνο «Λόλα να ένα μήλο». Αυτό θα βοηθούσε τους πάσχοντες απ’ οτιδήποτε, να μη παραιτούνται από τη γοητευτική μάχη, που κρύβει ως δώρο της, ανέλπιστες χαρές· και την λένε απλά ζωή. Εδώ αξίζει να προσθέσω πως, ενώ τα πρώτα επτά χρόνια η όραση μου επιδεινωνόταν με ρυθμό καλπάζοντα, τα τελευταία δέκα χρόνια αυτή η εξέλιξη επιβραδύνθηκε στο ελάχιστο.

ΕΡΩΤΗΣΗ 4: Έχετε σπουδάσει υποκριτική στη Δραματική Σχολή του Βασίλη Ρίτσου. Ποια είναι η μεγαλύτερη αγάπη σας; H υποκριτική, ή, η συγγραφή;

Γ.Φ. Δεκαπέντε χρόνια θέατρο, δεκάξι χρόνια βιβλία, οφείλω να ορίσω μόνος μου την πλάστιγγα. Το βιβλίο ωστόσο με κερδίζει, γιατί γράφεται-δουλεύεται μια φορά κι έπειτα ξεκινάει το ταξίδι του στον χρόνο. Αλίμονο το θέατρο, είναι μια θέωση συγκινησιακή, διαφορετική, αλλά και εφήμερη. Αλλά σε ζητάει να σταθείς ακέραιος κι αντιμέτωπος με τον θεατή. Όχι απαρέγκλιτα στον δικό του χρόνο, όπως συμβαίνει με τα βιβλία. Και να σου πω μια δική μου αλήθεια; Θα ξαναέπαιζα μόνο σ’ ένα δικό μου έργο, με ρόλο που θα ’θελα να ερμηνεύσω ο ίδιος. Αν είναι να το ξανακάνω, θα το κάνω, με σχεδιασμό και απόλυτη διεύθυνση δική μου, μόνο έτσι, θ’ άξιζε για μένα τον κόπο.

ΕΡΩΤΗΣΗ 5: Έχετε συμμετάσχει σε συλλογικά έργα. Πόσο εύκολη, ή, δύσκολη είναι η συνεργασία με άλλους συγγραφείς; Θα το τολμούσατε πάλι στο μέλλον;

Γ.Φ. Στα πολυσυμμετοχικά που συμμετείχα εγώ, καθένας έγραφε μόνος του. Δεν είχαμε ποτέ συνεννοηθεί για το τι θα γράψει ο ένας και τι ο άλλος. Αν μ’ έβαζε κανείς στην τρέλα τού να συνδέσουμε ένα μυθιστόρημα με διαφορετικές γραφές, κάτι που θα διαδεχόταν από κάτι άλλο, έτσι όπως έχει ιστορικά στο παρελθόν συμβεί με διάσημα βιβλία, όχι, εκεί νομίζω πως δε θα μπορούσα να συμμετέχω. Ωστόσο βιβλία, όπως οι αγαπημένες εκδόσεις του BlackDuck Multiplarte, δεν υπήρχε ποτέ περίπτωση να με φέρουν σε αμηχανία. Ήξερα ότι έγραφα στο ίδιο βιβλίο, βίωσα μάλιστα τη χαρά, το «Προσωπικό μου θέατρο σκιών», ο τίτλος ο ίδιος του διηγήματός μου, να ’χει τόσο γλυκά «κλαπεί», ως γενικός τίτλος της συλλογής. Για μένα το ύψιστο ήταν πως συμμετείχα σε βιβλία, όπου τα δικά μου κείμενα, δημοσιεύονταν πλάι σε άλλα επιφανών καλλιτεχνών κι ανθρώπων των γραμμάτων όπως, του αείμνηστου Μανώλη Ρασούλη, του Δημήτρη Μυταρά, του Λουδοβίκου των Ανωγείων, του Στέλιου Ελληνιάδη και πολλών ακόμα.

ΕΡΩΤΗΣΗ 6: Τα βιβλία σας έχουν αγαπηθεί πολύ από το αναγνωστικό κοινό. Σας φοβίζει το γεγονός ότι έχετε θέσει ψηλά τον πήχη και πλέον οι απαιτήσεις του κοινού έχουν αυξηθεί;

Γ.Φ. Ναι, έχεις μεγάλο δίκιο σ’ αυτό. Το δέκατό μου μυθιστόρημα, δόθηκε σε προεκτύπωση κι έτσι η πρώτη του έκδοση ενείχε κιόλας οκτώ κριτικές ανθρώπων που γράφουν χρόνια τώρα με αγάπη για μένα. Τα παιδιά στο γραφείο του Ανέμου με χειροκροτούσαν αλλά εγώ βιώνω κάθε φορά την εμπειρία του πρωτεμφάνιστου. Έχει συμβεί και σε παλιότερα βιβλία να αισθάνομαι ανασφαλής, αλλά υπήρξαν άλλα μυθιστορήματα κυρίως, όπως το «Είχε λιακάδα σήμερα», όπου στ’ αλήθεια δεν μπορούσα να αισθανθώ, το πώς και το πόσο γρήγορα αγαπήθηκε, ενόσω εγώ είχα την πεποίθηση ότι γράφω κάτι λίγο πιο σκληρό, ίσως και πιο καινοτόμο. Αλλά ακόμα και για το βιβλίο αυτό, υπήρξαν γραφές, κριτικές και σχόλια που το εκθείαζαν.

ΕΡΩΤΗΣΗ 7: Γιατί πρέπει να διαβάζουμε βιβλία;

Γ.Φ. Αξίζει να διαβάζουμε βιβλία! Το βιβλίο είναι μια μορφή τέχνης, αρκετά ισχυρή για το θυμικό μας. Θα φέρω μόνο ένα διπλό παράδειγμα: Στην πολυθρόνα του σαλονιού μας ή στο φωτιστικό του κομοδίνου μας, το βιβλίο λειτουργεί σαν φυσικό ηρεμιστικό. Μας κλέβει σε μια μυθοπλασία άλλων ανθρώπων –το ίδιο συμβαίνει και στο θυμικό του ίδιου του συγγραφέα- να χανόμαστε σε μια ιστορία, πέρα από τα δικά μας καθημερινά ζητήματα. Είναι το καλύτερο ηρεμιστικό ή υπναγωγό. Και μάλιστα χωρίς παρενέργειες, μονάχα από μια υγιέστατη εξάρτηση μπορεί να συμβεί στη ζωή μας να δεθούμε μαζί του να εκτιμήσουμε την φιλαναγνωσία. Αλλά αυτή, είναι μια εξάρτηση γλυκιά, που ’χει το χάρισμα να μας απελευθερώνει από κάθε προσωπικό μας βάσανο!

ΕΡΩΤΗΣΗ 8: Υπάρχει κάποιο βιβλίο, ή, ήρωάς σας που του τρέφετε μία ιδιαίτερη αδυναμία;

Γ.Φ. Αναμφίβολα πρόκειται για την Βασιλική από την «Η μυρωδιά σου στα σεντόνια μου» που κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 2006. Η ίδια, αφηγείται την ιστορία της σε πρωτοπρόσωπη γυναικεία αφήγηση, έτσι κατάφερα να δω την πεζογραφία στην πράξη της: ως ένα δυνατό θεατρικό μονόλογο. Το βιβλίο αυτό μπήκε σε περισσότερα από 70.000 σπίτια, χάνω τα όρια της αγάπης των αναγνωστών της για κείνην. Για μένα ωστόσο είναι η ηρωίδα, που μ’ έκανε, χωρίς ίσως να το θέλει, αστέρι στην ελληνική πεζογραφία. Κι όσα χρόνια κι αν περάσουν, όσα χρόνια και βιβλία κι αν έρθουν, η Βασιλική θα ’ναι η εμβληματική μου ηρωίδα.

ΕΡΩΤΗΣΗ 9: Ποιό το νόημα που θα θέλατε να περάσετε μέσα από τα βιβλία σας προς τους αναγνώστες;

Γ.Φ. Είναι ένα μήνυμα, που εκπέμπει την λέξη «φως». Έχω γράψει ως τώρα, περιώνυμα δραματικά βιβλία, όπως το «Κρατάς μυστικό;», την «Μυρωδιά σου στα σεντόνια μου». Θίγω πρώτα τα δραματικά, για να μην απλωθώ στον «Απρίλη που στάθηκε αλήτης» στο «Ο εραστής, η μέλισσα κι ένα μικρούλι “αχ”» ή μια απερίγραπτη σειρά διηγημάτων με τον γενικό τίτλο «Μα, το ψάρι είναι φρούτο!» Δραματικά ή κωμικά στο ύφος τους, τα βιβλία μου θέλω να ανάβουν πράσινο φανάρι στα μονοπάτια της ζωής, των δικών μου αναγνωστών. Να τους υποδεικνύω τη φωτεινή της μεριά. Είναι θεωρώ χρέος μου, να μη τους εγκαταλείπω στην έννοια κατάθλιψη!

ΕΡΩΤΗΣΗ 10: Έχετε ξεκινήσει την συγγραφή του επόμενου βιβλίου σας; Μπορείτε να μας πείτε κάτι γι' αυτό;

Γ.Φ. Ναι, καιρό τώρα γράφω ένα ακόμα μυθιστόρημα, που θα ’ναι το δωδέκατο για μένα βιβλίο, που θα φέρει την υπογραφή μου. Πρόκειται για ένα ακόμα βιβλίο, που θα φέρει πόνο και γέλιο μέσα από την ανάπτυξη των ζωών των ηρώων και των χαρακτήρων του. Δεν υπάρχει λόγος να βιαζόμαστε, σε λίγο καιρό, θα υπάρχει κόσμος που ελπίζω να το αγαπήσει κι αυτό πολύ, όσο και τα προηγούμενα μου Εγώ απλά, αδημονώ, τόσο για την εξέλιξη, το τέλος, όσο και την μετέπειτα πορεία του, όταν δεν θα ’ναι πια δικό μου, αλλά θ’ αποτελεί ιδιοκτησία όσων επιλέξουν να το διαβάσουν!

ΕΡΩΤΗΣΗ 11: Αγαπημένο βιβλίο και συγγραφέας;

Γ.Φ. Και βέβαια! Πρόκειται για τη «Μητέρα του σκύλου», του Παύλου Μάτεσι, ένα βιβλίο που εμπεριείχε όλη την καυστικότητα στο χιούμορ, όλη την ευαισθησία και όλο του το συναίσθημα, για μια Ελλάδα που έγλυφε ακόμα τις πληγές της στις δεκαετίες που ακολούθησαν, μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο.

ΕΡΩΤΗΣΗ 12: Ποιό μήνυμα θα θέλατε να δώσετε στα νέα παιδιά που επιθυμούν να ασχοληθούν με την συγγραφή;

Γ.Φ. Nα διαβάζουν πολύ, κυρίως βιβλία που γράφονται στην πατρίδα μας και να μην ακολουθούν στερεότυπες σκαλέτες-μανιέρες, γιατί έτσι κινδυνεύουν να βιώσουν το αντίθετο όνειρο απ’ αυτό της απηχησιμότητάς τους. Να αφιερώνονται στη συγγραφή με την ίδια τους την ψυχή, όχι με τρόπο τεχνητό ή τεχνικό, αλλά με συναισθήματα διάφορα. Κι όταν έρθει η ώρα να δείξουν τη δουλειά τους, να μην προστρέχουν σε εκδοτικούς οίκους, που λειτουργούν με όρους αυτοέκδοσης, υπάρχουν αλίμονο πάμπολλοι τέτοιοι εκδοτικοί οίκοι στα χρόνια μας, εύκολα μπορεί κανείς –ιδιαίτερα νέος ή νέα- να μπερδευτεί στο δαιδαλώδη κόσμο των εκδόσεων, που λειτουργούν με πρόχειρες ανεπιμέλητες εκδόσεις, που δεν θα κυκλοφορήσουν στα βιβλιοπωλεία, μιας και οι εκδότες τους, δεν γνωρίζουν ή δεν θέλουν να μπουν στη βάσανο της διανομής και της επικοινωνίας κάθε τίτλου. Και βέβαια, να πιστεύουν πάντα, πως εχθρός του καλού, είναι το καλύτερο.
ΕΡΩΤΗΣΗ 13: Τέλος, θα μπορούσατε να δείτε ένα βιβλίο σας να γίνεται τηλεοπτική σειρά, θεατρικό έργο, ή, ταινία στο σινεμά;

Γ.Φ. Θα με ενδιέφερε σαφέστατα, αλλά θα ‘θελα να ’χω ρόλο συμβουλευτικό στο σενάριο, μιας και συμβαίνει να διαφέρει ως προς τη δομή σε σχέση με το βιβλίο στο οποίο βασίζεται. Στο βιβλίο, τον πρώτο ρόλο κατέχει το συναίσθημα, στην σειρά ή την ταινία πάλι, πρωταγωνιστεί η δράση. Το μόνο που δε θα ‘θελα, θα ήταν να παραχθεί κάτι που δεν εκφράζει το ίδιο το βιβλίο ή εμένα.











ΠΗΓΗ: Κυριακή Γανίτη από το blog Dominica Amat

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου